08 December 2006


είδα αυτό που περίμενα
- κι εσύ αυτό είπες -
και ίσως χαρήκαμε και οι δυο, αλλά δε θελήσαμε να το δείξουμε
- είναι καλύτερα ίσως ο άλλος να μη ξέρει -
τα μαλλιά σου μαλακά και απεριποίητα είχαν ένα αστείο σχήμα
κι έβλεπα τη σκηνή -σε μια δεύτερη συνάντηση- αν υπήρχε
να τα εκνευρίζω με βρεγμένα χέρια - πείραγμα θα ήταν
και έκπληκτος διαπίστωνα ότι ήταν το μόνο που θα ήθελα να διορθώσω εκείνη τη στιγμή πάνω σου
γιατί όλα τα άλλα - το ξαναλέω - ήταν αυτό που περίμενα
από τις φωτογραφίες που μου έδειχνες
για τις φωτογραφίες που σου έδειχνα
και να τώρα μπροστά στις εντυπώσεις -ενώπιον - αφήσαμε στη μουσική του ραδιοφώνου
να διαχειριστεί την αρχική αμηχανία
που δεν ήταν εμφανής
γιατί μιλούσαμε και λέγαμε για ταξίδια και πόλεις που είδαμε ή δεν είδαμε
για ανθρώπους που συναντήσαμε αλλά δε μας συνάντησαν
και άλλους που εμείς δε συναντήσαμε
για τις εργασίες μας και το χρόνο που αναλώνουμε
και πού τελικά στοχεύει όλο αυτό
και άλλα πολλά
κουβέντες
που γίνονται σε αυτές τις περιπτώσεις
διάτρητο παραπέτασμα
για να έχει χρόνο το βλέμμα να ανιχνεύσει το τόπο του εγκλήματος που επίκειται
-το σώμα -
με ριπές οφθαλμού να αποταμιεύσει στη κάβλα
ό,τι προλάβει
το γυμνό μπράτσο με ένα ισχνό σημάδι από έγκαυμα παλιό
τη καθαρή επιδερμίδα με το ανεπαίσθητο τρίχωμα
το διάγραμμα του στήθους στις απότομες κινήσεις καθώς αλλάζεις θέση στο κάθισμα
τον πλούτο των γλουτών που ανέχονται το παντελόνι
με ριπές οφθαλμού κι εσύ αυτά που σε ενδιέφεραν
- παγίδεψα κάποιες ακροματιές σου -
καθώς οι κουβέντες έκαναν τον κύκλο τους - έπρεπε να ανανεώνονται
για χάρη της βραδύτητας
για χάρη της αναμονής
και το ερώτημα, αν θα προχωρήσουμε στα περαιτέρω κάπνιζε
μαζί με τα τσιγάρα

και αφού η ώρα πέρασε
και έπρεπε να φύγεις
κοιτάξαμε το δεύτερο άδειο σου ποτήρι -μισογεμάτο το δικό μου -
για να επιβεβαιώσουμε σιωπηλά ότι εκείνο το βράδυ δε θα γίνει κάτι
-το είχαμε άλλωστε δηλώσει και οι δύο -
δικλείδα ασφαλείας σε περίπτωση απογοήτευσης
αλλά και αλήθεια από πλευράς μου, μιας και δεν ενδίδω συχνά σε συναντήσεις
με αυτό το τρόπο
-συνήθως εξασφαλίζω χρόνο μπροστά στο άγνωστο-
σηκώθηκες να πας στη τουαλέτα
κι αφού επέστρεψες
δεν ξανακάθησες
γιατί είχε περάσει η ώρα
και έπρεπε να φύγεις

στη πόρτα συμφωνήσαμε ότι θα ξαναμιλήσουμε - δε θυμάμαι αν το εννοούσαμε
άνοιξα τη πόρτα
το ψύχος του διαδρόμου εισέβαλε
το βλέμμα σου ζεστό με κοίταξε
ψύχραιμα εγώ σε κοιτούσα

με μια αβίαστη αποφασιστηκότα κατευθύνθηκες στις σκάλες
- η αναμονή του ασανσέρ θα μας υποχρέωνε σε μια ευγενική αμηχανία που δε θέλαμε-
χαιρέτησες και κατέβηκες το πρώτο σκαλί
πριν κατέβεις το δεύτερο
αιφνιδιαστικά άπλωσες να μου σφίξεις το χέρι
-έμοιαζε περιττό εκείνη τη στιγμή-
για τη χαρά της γνωριμίας
πριν λύσουμε τη χειραψία
δυνάμωσες την ένταση
δυνάμωσα περισσότερο εγώ τη δική μου
σε τράβηξα πάλι μέσα
στο τοίχο σε κόλλησα
που άρχισε να λιώνει

πάλι στη πόρτα
δυο ώρες μετά
ήταν όμορφο παραδεχτήκαμε
αυτό που έγινε
και ήταν πραγματικά
στο τοίχο με κόλλησες εσύ αυτή τη φορά
σφιχτά

πέρασε μία μέρα από τότε
πέρασαν δύο μέρες
εβδομάδες και μήνες